Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Μας έμειναν τα πτυχία, μας έμειναν και τα room to let…

Με αφορμή τις απόψεις του Πάρη που με μεγάλο ενδιαφέρον διάβασα θα ήθελα να μοιραστώ τις παρακάτω σκέψεις μου.

Σίγουρα ο τουρισμός αποτελεί ένα από τα last resort για παγκόσμια ανάκαμψη και ιδιαίτερα όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από μόνος του σίγουρα δεν προσφέρει τίποτα και μάλλον αν εναποθέσουμε όλες μας τις δυνάμεις σε αυτόν, εγκαταλείποντας την (ήδη εγκαταλελειμμένη!!) παραγωγική δραστηριότητα, τότε σίγουρα κάνει ζημιά. Προσφέρει όμως τα μέγιστα όταν χρησιμοποιούμε αγροτικά προϊόντα τοπικής παραγωγής σε εστιατόρια και ξενοδοχεία, όταν απασχολείται στις τουριστικές επιχειρήσεις ανθρώπινο δυναμικό από την γύρω περιοχή, όταν ο τουρίστας φεύγοντας αγοράζει τυποποιημένα ποιοτικά προϊόντα, όταν με λίγα λόγια διαχέονται τα οφέλη του σε όλη την περιφερειακή οικονομία. Τότε λειτουργεί πραγματικά ως μια προωθητική βιομηχανία.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια μεταφερόμενη κατανάλωση, όπου ζητάμε από τον τουρίστα να καταναλώσει στον δικό μας τόπο. Για να το καταφέρουμε αυτό σίγουρα πρέπει να είμαστε κάπως ελκυστικοί, να δώσουμε κάποιο λόγο να επισκεφθεί εμάς και όχι κάποιο άλλο μέρος. Εικόνες όπως αυτές, όπου τοπικοί άρχοντες στήνουν μπουφέδες και χορούς έξω από τα κρουαζιερόπλοια μάλλον τη δική τους ματαιοδοξία και ένδεια πολιτικών και σοβαρών πρωτοβουλιών στον τουρισμό καλύπτουν. Μάλιστα πολλές φορές με το όλο στήσιμο ο τουρίστας μπορεί και να τρομάξει. Οι επισκέπτες μας δε θέλουν τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από το να βιώσουν την εμπειρία που λέγετε Ελλάδα, Κρήτη, Πελοπόννησος…Όχι όμως μια εικονική πραγματικότητα, αλλά την πραγματική εμπειρία. Όχι να τον καλωσορίζουμε με χορούς και κλαρίνα και ύστερα στην ταβέρνα να κερδοσκοπούμε εις βάρος του.

Θέλει προσχεδιασμένα τουριστικά πακέτα από τους μεσάζοντες τουριστικών υπηρεσιών που θα τους επιδείξουν το σύνολο του τουριστικού κεφαλαίου της περιοχής που θα επισκεφθούν, θέλει νοσοκομείο αν αρρωστήσει, θέλει ασφάλεια, θέλει πρόσβαση στα αξιοθέατα και δραστηριότητες. Θέλει να γευθεί την τοπική μας γαστρονομία, να μάθει την ιστορία μας και να μπορέσει να αγοράσει τα τοπικά μας προϊόντα. Και πάνω από όλα θέλει ευγένεια και ένα χαμόγελο.

Άλλωστε, αυτά τα απλά πράγματα δε ζητάμε και εμείς από τον τόπο όπου ζούμε; Ένας προορισμός ικανός να προσελκύσει επισκέπτες, πρέπει πρωτίστως να είναι ικανός για την ποιοτική διαβίωση των ίδιων των πολιτών του. Όλα τα παραπάνω απέχουν πολύ από τους enterntainers της Ευρώπης και απαιτούν πολύ δουλειά και σχεδιασμό ώστε να υλοποιηθούν. Το εύκολο είναι οι χοροί και τα πανηγυράκια, το δύσκολο είναι η ποιότητα παρεχομένων υπηρεσιών, οι υποδομές, η τουριστική συνείδηση.

Από την δεκαετία του 50’ και ύστερα διαμονοποιήσαμε την εργασία στους χώρους των ξενοδοχείων και των εστιατορίων. “Να μην γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης”. Ο Έλληνας είναι επιχειρηματίας από τη φύση του λέγαμε, και σχεδιάζαμε να φτιάξουμε τις δικές μας Sillicon Valleys…Αλλά γκαρσόνια (με τη σωστή έννοια της λέξης) δεν γίναμε (γίναμε οι ζήτουλες της Ευρώπης, αυτό όμως δεν μας πειράζει). Γίναμε ένα έθνος πτυχιούχων και επιχειρηματιών ιδιοκτητών room to let. Μας έμειναν τα πτυχία, μας έμειναν και τα room to let μας έμεινε και η εθνική μας υπερηφάνεια με την όλο και μεγαλύτερη ανεργία μας.